Αποστολή

Αποστολή

Η αποστολή του ΤΙΜΑ Κοινωφελούς Ιδρύματος είναι η στήριξη της ανάπτυξης ελληνικών μη κερδοσκοπικών οργανώσεων και μη κερδοσκοπικών προγραμμάτων αφιερωμένων σε κοινωνικές βελτιώσεις στον τομέα της γήρανσης.

Ιστορικό

To ΤΙΜΑ (προστακτική του ρήματος "τιμώ"), από την ίδρυσή του το 2011 και μέσω της συνεχιζόμενης φιλανθρωπικής του δράσης, τιμά τη μνήμη του Ιωάννη Μ. Καρρά και της συζύγου του, Αθηνάς Καρρά.

315 δωρεές
από το 2012
Περισσότεροι από 1.300 δικαιούχοι
βοηθήθηκαν με προγράμματα για την άνοια με φροντίδα στο σπίτι
Περισσότεροι από 86.000 ηλικιωμένοι
δικαιούχοι έχουν λάβει προμήθειες τροφίμων
32 από τους 51 Νομαρχίες
σε όλη την Ελλάδα όπου έχουν πραγματοποιηθεί δωρεές
33 γηροκομεία
έχουν υποστηριχθεί σε όλη την Ελλάδα

Το ΤΙΜΑ Κοινωφελές Ίδρυμα ιδρύθηκε το 2011. Προσωπικές εμπειρίες έφεραν τις δυσκολίες που συνδέονται με τη γήρανση και τη φροντίδα των ηλικιωμένων στο προσκήνιο, και ευαισθητοποίησαν την Οικογένεια σχετικά με τα ζητήματα αυτά, ιδίως όσον αφορά τις μη προνομιούχες και ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες. Ως εκ τούτου, το Ίδρυμα ιδρύθηκε με αποστολή να στηρίζει την ανάπτυξη των ελληνικών μη κερδοσκοπικών οργανώσεων που είναι αφοσιωμένες στην κοινωνική βελτίωση στον τομέα της γήρανσης στην Ελλάδα.

Ως φιλανθρωπικός οργανισμός, το ΤΙΜΑ Κοινωφελές Ίδρυμα ενισχύει με δωρεές μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς με δράση στην Ελλάδα.

Το Ίδρυμα πραγματοποιεί δωρεές κυρίως στους τομείς της κοινωνικής πρόνοιας και της υγείας, κατά πλειοψηφία προς όφελος των μη προνομιούχων στρωμάτων της κοινωνίας. Δωρεές πραγματοποιούνται και στους τομείς της παιδείας, της τέχνης και του πολιτισμού, αποκλειστικά για τη στήριξη προγραμμάτων που αφορούν τα άτομα τρίτης ηλικίας στην Ελλάδα.

Στο μακροεπίπεδο, το ΤΙΜΑ αξιολογεί τη λειτουργία και τη διαχείριση του κάθε δυνητικού δωρεοδόχου του. Στο μικροεπίπεδο, το Ίδρυμα εξετάζει το κάθε πρόγραμμα μέσα από το πρίσμα της βιωσιμότητας, ενθαρρύνοντας τις ΜΚΟ να αναθεωρούν την αειφορία των προγραμμάτων τους όποτε είναι εφικτό.

Το ΤΙΜΑ Κοινωφελές Ίδρυμα θέτει τους κοινωφελείς του στόχους και εν συνεχεία αναπτύσσει στρατηγικές για την επίτευξή τους. Ανταποκρίνεται, επίσης, άμεσα σε καταστάσεις κρίσης, όπως η περίπτωση της πανδημίας του COVID-19 το 2020, που οδήγησε στη δημιουργία κεφαλαίου έκτακτης ανάγκης. Το κεφάλαιο περιλάμβανε 4 μεγάλα προγράμματα για την προμήθεια προστατευτικού εξοπλισμού σε νοσοκομεία, προστατευτικού εξοπλισμού και απολυμαντικών σε γηροκομεία, την ενίσχυση και την παραγωγή προστατευτικών μασκών, και την προστασία και τη στήριξη απομονωμένων ηλικιωμένων ατόμων.

Το Ίδρυμα, ως εκ τούτου, αποζητά δυνητικούς δωρεοδόχους και άλλους στρατηγικούς συνεργάτες που επιθυμούν να συμβάλλουν στην υλοποίηση των στόχων του. Η διαδικασία πραγματοποίησης δωρεών σε όλη της την έκταση, από την ανάπτυξη στρατηγικής και την έγκριση των δωρεών έως την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων, προϋποθέτει ενεργή συνεργασία και ανοιχτή επικοινωνία ανάμεσα στο Ίδρυμα, τους δωρεοδόχους του και άλλους φορείς.

Από την ίδρυσή του, το Ίδρυμα ενθαρρύνει ανελλιπώς συνεργασίες και συνέργιες ανάμεσα στους δωρεοδόχους του και προσπαθεί πάντα να πολλαπλασιάζει τα οφέλη των δωρεών που πραγματοποιεί. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό όταν οι δωρεές του έχουν αποτελέσματα που μεταφράζονται σε πρόσθετα οφέλη για το δωρεοδόχο οργανισμό ή τους δικαιούχους του. Το ΤΙΜΑ παραμένει σταθερό στη δέσμευσή του να μοιράζεται τεχνογνωσία και βέλτιστες πρακτικές που ενισχύουν τον αντίκτυπο των δωρεών του, και να δημιουργεί ευκαιρίες για δικτύωση για τους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς που ενισχύει.

Ο ηλικιωμένος πληθυσμός της Ελλάδας αυξάνεται ταχύτερα από όλες σχεδόν τις χώρες της ΕΕ, και το ποσοστό των ηλικιωμένων στο σύνολο του πληθυσμού της χώρας αντιστοιχεί σε 21,3%, σε σύγκριση με το 19,2% του μέσου όρου της ΕΕ. Παρ’ όλα αυτά, ή ίσως και λόγω των ραγδαίων αυτών δημογραφικών μεταβολών, η ανταπόκριση της κοινωνίας στις αυξανόμενες ανάγκες του συγκεκριμένου τομέα είναι αργή. Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΙΜΑ, συνεπώς, αναγνώρισε στις συνθήκες αυτές την επείγουσα ανάγκη και ευθύνη να συμβάλλει στη μετρίαση των δυσκολιών που αντιμετωπίζει ένα μεγάλο μέρος μιας πληθυσμιακής ομάδας που είναι ήδη, εκ των πραγμάτων, ευάλωτη.

Mαρτυρίες

Δεν περίμενα ποτέ τέτοια βοήθεια στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής μου.” Μ.Τ., Νοσηλεία

Τομείς Εστίασης

Οι ηλικιωμένοι αντιμετωπίζουν αναπηρία με διαφορετικούς τρόπους. Μπορεί να έχουν προϋπάρχουσα αναπηρία ή μπορεί να έχουν αποκτήσει αναπηρία ως αποτέλεσμα της γήρανσης. Οι ηλικιωμένοι με αναπηρίες είναι πιο ευάλωτοι από τον γενικό πληθυσμό, ειδικά κατά τη διάρκεια οικονομικών κρίσεων και κρίσεων υγείας όπως η πανδημία Covid-19. Η αυξημένη ευπάθεια έχει οδηγήσει τα ηλικιωμένα άτομα με ειδικές ανάγκες να βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε άλλους για να παρέχουν την κατάλληλη υποστήριξη. Επιπλέον, τα άτομα που γερνούν με αναπηρία μπορεί επίσης να αποκλειστούν κατά λάθος από συγκεκριμένες υπηρεσίες λόγω περιορισμένων πηγών χρηματοδότησης και περιοριστικών απαιτήσεων προγράμματος. Στο σημερινό περιβάλλον είναι ολοένα και πιο δύσκολο να βρεθούν είτε οικογενειακοί είτε επαγγελματικά εκπαιδευμένοι φροντιστές για την υποστήριξη ηλικιωμένων ατόμων με αναπηρία. Μέσω των επιχορηγήσεων του, το φιλανθρωπικό ίδρυμα TIMA έχει και συνεχίζει να χρηματοδοτεί πρωτοβουλίες που ικανοποιούν τις ανάγκες των ηλικιωμένων ατόμων με ειδικές ανάγκες και που χτίζουν μια κουλτούρα ένταξης, σύμφωνα με την οποία η ποιότητα της φροντίδας και η ποιότητα ζωής μπορούν τελικά να βελτιωθούν.

Οι επιχορηγήσεις που υποστηρίζουν τους ηλικιωμένους όσον αφορά την υγεία και τις ασθένειες που σχετίζονται με την ηλικία τους, εμπίπτουν σε αυτόν τον τομέα εστίασης. Επί του παρόντος, οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να περιμένουν να ζήσουν στα εβδομήντα και άνω. Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι η Ελλάδα κατέχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά γήρανσης στην Ευρώπη. Επιπλέον, το ποσοστό του ηλικιωμένου πληθυσμού στην Ελλάδα έχει αυξηθεί σημαντικά την τελευταία δεκαετία και είναι υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ, με έναν στους τέσσερις Έλληνες άνω των 65 ετών. Καθώς οι άνθρωποι γερνούν, χρειάζονται περισσότερη υποστήριξη σε σχέση με την υγεία τους και διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης εκφυλιστικών και χρόνιων παθήσεων που σχετίζονται με την ηλικία. Η ανάπτυξη αυτών των θεμάτων έχει οδηγήσει στην εστίαση του TIMA στις επιχορηγήσεις που ενισχύουν τη γενική υγεία του γηράσκοντος πληθυσμού.

Το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής ενός ατόμου, και ειδικότερα η ποιότητα της υγείας ενός ατόμου, έχει θεμελιώδη επίδραση στη συμβολή του ατόμου στην κοινωνία. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ενώ συχνά θεωρείται ότι η αυξανόμενη μακροζωία συμπληρώνεται από μια παρατεταμένη περίοδο καλής υγείας, αυτό δυστυχώς δεν συμβαίνει πάντα. Ως εκ τούτου, εάν καταβληθεί προσπάθεια για τη βελτίωση της γενικής υγείας του ηλικιωμένου πληθυσμού, η ποιότητα ζωής τους βελτιώνεται και η συμμετοχή της τοπικής κοινότητας αυξάνεται.

Λόγω των διαφόρων οικονομικών κρίσεων και της πρόσφατης πανδημίας, ευάλωτες ομάδες, όπως οι ηλικιωμένοι, συγκαταλέγονται μεταξύ αυτών που πλήττονται περισσότερο. Την τελευταία δεκαετία, πολλά γηροκομεία στην Ελλάδα έχουν σημειώσει σημαντική μείωση του προϋπολογισμού τους και αντιμετωπίζουν όλο και πιο περίπλοκα νομικά και οικονομικά ζητήματα. Ως αποτέλεσμα, αυτό τους ανάγκασε να ελαχιστοποιήσουν ή ακόμη και να σταματήσουν τις κρίσιμες επενδύσεις, δηλαδή στην αναβάθμιση της υποδομής τους, την επένδυση σε νέο εξοπλισμό και την επέκταση των προγραμμάτων τους. Επιπλέον, η πλειονότητα των μονάδων φροντίδας δεν είναι σε θέση να προσφέρουν μια ολιστική προσέγγιση στη φροντίδα των ηλικιωμένων κατοίκων τους μέσω της παροχής υπηρεσιών όπως ψυχολογική υποστήριξη και ψυχαγωγικές δραστηριότητες. Αυτή η έλλειψη ερεθισμάτων οδηγεί πολλούς ηλικιωμένους στην κοινωνική απομόνωση.

 

Η στρατηγική πίσω από την υποστήριξη για τα κέντρα φροντίδας στοχεύει στην ανακούφιση των βασικών αναγκών με επιχορηγήσεις που περιλαμβάνουν την παροχή τροφίμων, ιατρικών προμηθειών και εξοπλισμού. Επιπλέον, ενθαρρύνεται ένα στοιχείο δημιουργίας ικανοτήτων όπου είναι δυνατόν. Επανεξετάζοντας και ανακαλύπτοντας εκ νέου τον τρόπο λειτουργίας των γηροκομείων, απώτερος στόχος είναι η παροχή υψηλότερης ποιότητας και εξατομικευμένης φροντίδας για τους ηλικιωμένους. Ένα εξίσου σημαντικό στοιχείο είναι η εκπαίδευση του προσωπικού και η ενδυνάμωση που καθιστούν τα κέντρα φροντίδας ένα μέρος όπου οι εργαζόμενοι επιθυμούν να εργαστούν, μειώνοντας έτσι τον κύκλο εργασιών του προσωπικού. Με αυτόν τον τρόπο, μπορεί να επιτευχθεί μακροχρόνια ουσιαστική αλληλεπίδραση και εμπλοκή με τους ηλικιωμένους.

Τα τελευταία χρόνια, η ζήτηση για προγράμματα φροντίδας στο σπίτι για άτομα με άνοια έχει αυξηθεί, όχι μόνο λόγω της αντίστοιχης αύξησης των ασθενών με άνοια (ένα φαινόμενο που σημειώνεται σε παγκόσμιο επίπεδο), αλλά και λόγω σχετικών μελετών που επιδεικνύουν ότι η ανθρωποκεντρική προσέγγιση απαλύνει τα νοητικά και συμπεριφορικά συμπτώματα που συνδέονται με την άνοια. Παράλληλα, τα προγράμματα φροντίδας στο σπίτι μεριμνούν και για τη διευκόλυνση των βασικών φροντιστών των ασθενών, ενώ τους προσφέρουν χρήσιμες γνώσεις και εργαλεία που καθιστούν τη φροντίδα των ατόμων με άνοια πιο διαχειρίσιμη. Το Ίδρυμα έχει χρηματοδοτήσει πολλά προγράμματα φροντίδας στο σπίτι για άτομα με άνοια και άλλες χρόνιες παθήσεις, καθώς και για τους φροντιστές τους, σε όλη την Ελλάδα. Τα εν λόγω προγράμματα βοηθούν τα άτομα με άνοια να παραμείνουν στα σπίτια τους για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο διάστημα και να αποφύγουν την ιδρυματοποίηση. Το κάθε πρόγραμμα φροντίδας στο σπίτι είναι μοναδικό, αλλά όλα απαρτίζονται από επαγγελματίες υγείας, οι οποίοι επισκέπτονται τους αποδέκτες στο σπίτι ανά τακτά χρονικά διαστήματα, και τους προσφέρουν νοσηλευτικές υπηρεσίες, φυσιοθεραπεία, ψυχολογική και ψυχιατρική υποστήριξη, καθώς και
βελτίωση των γνωστικών λειτουργιών μέσω ασκήσεων νοητικής ενδυνάμωσης. Ορισμένα προγράμματα περιλαμβάνουν και επιπλέον στοιχεία, όπως βοήθεια με δουλειές του σπιτιού, μαγείρεμα, και εργοθεραπευτικές παρεμβάσεις που βελτιστοποιούν το οικιακό περιβάλλον για την μεγιστοποίηση της ευημερίας των ατόμων με άνοια. Τέλος, παρ’ ότι τα επιμέρους προγράμματα φροντίδας στο σπίτι διαφέρουν σε διάρκεια, όλα αποσκοπούν στην καλύτερη δυνατή εκπαίδευση των φροντιστών, προκειμένου να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στα διάφορα στάδια της άνοιας κατά την εξέλιξη της νόσου. Στην Ελλάδα, περίπου 130.000 άτομα έχουν διαγνωσθεί με άνοια, και οι έρευνες υποδεικνύουν πολλές χιλιάδες ακόμα περιπτώσεις που δεν έχουν διαγνωσθεί.